Εγκαταλειμμένα μεταλλεία Λέσβου: Το μεταλλείο λευκόλιθου των Βασιλικών Του Παναγιώτη Παρασκευαΐδη (από δημοσίευση στο e-περιοδικό ΕΥΠΛΟΙΑ) …………………………………………………….………………………………………………………… Εκτός της ιστορικής και ίσως της οικονομικής σημασίας που έχουν οι περιοχές και τα κατάλοιπα των ανενεργών πλέον ορυχείων και μεταλλείων, αναμφιβόλως έχουν περιβαλλοντικό και ενδεχομένως τουριστικό ενδιαφέρον. Αποτελούν λοιπόν θέμα ιστορικής διαπραγμάτευσης και τουλάχιστον προβληματισμού, αν όχι προτάσεων για την τύχη τους. Αυτό αποπειρώμαστε για ένα από τα πολλά εγκαταλειμμένα μεταλλεία της Λέσβου. Το μεταλλείο λευκόλιθου του Αλέξανδρου Αποστολίδη στα Βασιλικά. Ο λευκόλιθος είναι ένα ορυκτό, που χρησιμοποιήθηκε σαν πυρίμαχο υλικό για κατασκευή μητρών τηλεβόλων και άλλων όπλων, για πυρότουβλα και άλλες ειρηνικές χρήσεις. Το λεσβιακό υπέδαφος διέθετε και διαθέτει πλούσια κοιτάσματα του ορυκτού αυτού. Το τελευταίο ορυχείο εξόρυξής του ήταν του Στρ. Χωραφά στο Πετρί, που διέκοψε τη λειτουργία του στη δεκαετία του 1980 αφήνοντας ορατές στο έδαφος εκσκαφές και λακκώματα. Παλαιότερο όμως, μεγαλύτερο και σημαντικής οικονομικής δραστηριότητας υπήρξε το μεταλλείο λευκόλιθου των Βασιλικών. Ίδρυση και λειτουργία Το καλοκαίρι του 1924 περιόδευσε στη λεσβιακή ύπαιθρο ο γεωλόγος, και μετά από πολλά χρόνια καθηγητής της Γεωπονικής Σχολής, Ηλίας Παρασκευαΐδης, ο οποίος μεταξύ άλλων επεσήμανε και υπέδειξε την ύπαρξη λευκόλιθου στην περιοχή Μικρής Λίμνης των Βασιλικών. Την εκμετάλλευση του κοιτάσματος αποφάσισε ο δραστήριος και θαρραλέος Βολιώτης επιχειρηματίας και γεωπόνος Αλέξανδρος Αποστολίδης και έστησε το μεταλλείο του το 1928. Το μεταλλείο μετέφερε το εξορυσσόμενο μετάλλευμα με «ντεκοβίλ» βαγονέτα μέχρι το χώρο καθαρισμού του, κάτω από την οδική αρτηρία Μυτιλήνης-Βασιλικών-Πολιχνίτου, μέσα στον υπάρχοντα πευκώνα, στον οποίο βρίσκονταν και οι στοές του. Για την υπερκέραση του δρόμου, αλλά και για την ευκολότερη και ταχύτερη μεταφορά του μεταλλεύματος, στήθηκε εναέριος δρόμος με σιδερένιους πυλώνες και συρματόσχοινα μέχρι την αποβάθρα που κατασκευάσθηκε στην Αχλαδερή, κοντά στη βυθισμένη στα νερά του κόλπου Καλλονής αρχαία Πύρρα και στη θέση «Άγιος Παύλος», όπου βρίσκεται το ομώνυμο παραλιακό εξωκκλήσι. Αυτο έγινε το 1936. Κι όπως φαίνεται από το σωζόμενο φάκελο αποδείξεων του Αρχείου του μεταλλείου τότε αποζημίωσαν κτηματίες στις θέσεις «Λίβροχο», «Γαϊδουροράχη», «Μάκρη» και αλλού, όθε πέρασε ο Εναέριος ή όπου έκοψαν για ξυλεία δέντρα(3). Τη χρονιά αυτή γίνονται επεκτάσεις των στοών και διατρήσεις οφίτη (πετρώματος πρασινωπού) στον «Φιρέ»(4): (γαλαρία με μεγάλη κλίση, κατά την εξήγηση του Σερίφιου Θ. Λιβάνιου σε ποίημά του) της Κεντρικής Γαλαρίας, στον «Παλιό Φιρέ» και αλλού, όπου υπήρχαν «φελόνια» (φλέβες ορυκτού). Οι διανοίξεις αυτές έγιναν με εκσκαπτικά μηχανήματα «χόυζερ», όπως δηλώνουν οι αποδείξεις γενομένων δαπανών. Τον Ιούνιο του 1936 έρχεται από τον Πειραιά η γραμμή Ντέκοβιλ. Όλη αυτή η δραστηριότητα και οι εντάσεις που προκαλεί και που οι λιγοστές υπάρχουσες πηγές πληροφόρησης δεν καταγράφουν, προκαλούν προβλήματα στους εργάτες και αντιδρούν με απεργίες. Το Μάρτιο του 1936 δικάζονται «διαστάσιν» στη Μυτιλήνη οι εργάτες του Σωματείου «Ομόνοια», το οποίο φαίνεται συνέστησαν οι μεταλλωρύχοι του λευκόλιθου. Στις 28 Απριλίου 1936 οι απεργοί δικάζονται και λίγο μετά, στις 16 και 19 Μαΐου 1936, εκδικάζεται αγωγή του ανταγωνιστή και ιδιοκτήτη γειτονικού μεταλλείου λευκόλιθου Ακύλα, με άγνωστα αποτελέσματα. Μια έρευνα στα αρχεία του δικαστηρίου Μυτιλήνης ίσως δώσει λεπτομέρειες γι' αυτές τις δίκες. Για να καλυφθούν οι ανάγκες σε πιο ειδικευμένους μεταλλωρύχους, ο Κ. Μπαλαμπάνης ως εντολέας του μεταλλείου φέρνει εργάτες από την Κύμη της Ευβοίας, όπου υπήρχαν ήδη ορυχεία και σχετική πείρα (Απόδειξη δαπάνης 12.334 δραχμών για τη μεταφορά τους από τη Ραφήνα, 18/3/1936). Μιναδόρους φέρνουν από το Τσαγκλί της Θεσσαλίας. Για τη στήριξη των νέων στοών χρειάζεται βέβαια ξυλεία που όταν δεν αποκτάται από το πέριξ πευκόδασος, αγοράζεται. Το ιστιοφόρο «Ελπίς» φέρνει 40 κυβικά καστανιάς από το Χορευτό της Ζαγοράς και πληρώνεται για τη μεταφορά 4.000 δραχμές (Απόδειξη 21/1/1936). Μια δεύτερη φορά το «Ελπίς» έπαθε αβαρία στον κόλπο Καλλονής, αλλά η ξυλεία που ρίχτηκε στη θάλασσα μαζεύτηκε από βαρακαρούς και χρησιμοποιήθηκε στο μεταλλείο. Συχνά ανερώτητα υλοτομούνταν πεύκα, για να ανοίξουν δρόμοι και πλατώματα, και ανάγκασαν τον Πρόεδρο της Κοινότητας Βασιλικών με επίσημο (πρωτοκολλημένο με αριθ. 121) έγγραφό του να ειδοποιήσει τη Διεύθυνση του Μεταλλείου «δια τελευταίαν φοράν» ότι θα προβεί σε μηνύσεις, αν χωρίς την προβλεπόμενη συγκατάθεση της Κοινότητας έκοβαν δέντρα, που ούτως ή άλλως η ξυλεία τους ανήκε στην Κοινότητα (έγγραφο 8/2/1940). Το 1936, ως γνωστόν, είναι έτος εργατικών κινητοποιήσεων σε όλη την Ελλάδα και η αναταραχή με τις διεκδικήσεις των εργαζομένων φθάνει και στο μεταλλείο των Βασιλικών. Το Κράτος ενισχυμένο και με το «ιδιώνυμο» του 1929 αντιμετώπιζε τις απεργίες ως αδίκημα. Μετά τέσσερις μήνες μάλιστα ο Μεταξάς βρήκε και σε αυτές τη δικαιολογία για να εγκαθιδρύσει τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου. Το μεταλλείο δεν άργησε να αποκτήσει πολλές στοές: την Κεντρική, που έφτανε σε βάθος 50 μ. σε οκτώ επίπεδα, με οριζόντιες στοές μήκους 200-250 μ. Σε μία από αυτές συνάντησαν ένα υπόγειο ποτάμι και την έκλεισαν ευτυχώς χωρίς θύματα. Άλλες στοές ανοίχθηκαν στις θέσεις Φιρές, Παλαιού Φιρέ, Ραχίδας, Τσαμουρά, Αξιωτάκη, Σπαθαριώτη και Συνοικισμού. Εξορυκτικές εργασίες γίνονταν, επίσης, στις περιοχές Κάτω Μπαχαρώματα, Μπαρτσή, Κρυονέρι και Πηγάδια. Το μεταλλείο δούλευε και με τρεις βάρδιες και φόρτωνε νυχθημερόν το μετάλλευμα με φορτηγίδες στα ατμόπλοια, πολλές φορές και τις Κυριακές και τις γιορτές. Εργάζονταν σε αυτό εκατοντάδες εργάτες και εργάτριες, που έφτασαν τον αριθμό των 700. Οι ειδικότητες εργατών και τεχνιτών που αναφέρονται στα σωζόμενα έγγραφα είναι μιναδόροι, πιστολαδόροι, μπαζαδόροι, βαριοκόποι, σιδηροδρομίτες, μηχανικοί σιδηρουργείου, εργάτες Εναερίου και μακαράδες. Η παραγωγή λευκόλιθου ξεκίνησε από κάποιες δεκάδες τόνων ημερησίως και συνεχώς αυξανόταν για να καλύπτει τη μεγάλη ζήτηση και να υπερνικιέται ο ανταγωνισμός, ιδίως ο τοπικός, που εμφανίσθηκε στην ίδια περιοχή με άλλα δύο μεταλλεία (του Σκαλιστήρη και του Ακύλα), τα οποία διοχέτευαν τα μεταλλεύματά τους από τις «σκάλες» τους στην Αχλαδερή το ένα και στη σκάλα Πολιχνίτου το άλλο. Του Ακύλα παρήγε «καμένο» σε φούρνο λευκόλιθο, δηλαδή σκόνη έτοιμη για χρήση. Του Αποστολίδη φόρτωνε μόνο «ωμό» λευκόλιθο, δηλαδή καθαρισμένο και σε τεμάχια, που ο παραλήπτης «έψηνε» ή κονιορτοποιούσε. Ο Αποστολίδης που διοικούσε την επιχείρησή του αυτή συνήθως μακρόθεν από τον Βόλο, όπου είχε τα γραφεία του, ασκούσε συνεχή και αποτελεσματικό έλεγχο επικοινωνώντας με το διευθυντή του μεταλλείου του με τηλεγραφήματα, αλληλογραφία και ειδικούς απεσταλμένους. Ζητούσε από το διευθυντή Λάμπρου και του έστελνε ταχυδρομικώς δείγματα λευκόλιθου για έλεγχο και γνωμοδότηση. Από την Κύμη όμως έρχονταν στο μεταλλείο και οι ειδικοί Ευ. Νταλές και Κ. Μπαμπαράκος, που για τα ναύλα τους μόνο καταβλήθηκαν 700 δραχμές (Απόδειξη 22/6/1936). Το μήνα Ιούνιο, όπου, όπως είδαμε, έγιναν τόσες εργασίες και γεγονότα, ήρθε αυτοπροσώπως και ο Αποστολίδης με τη σύζυγό του Άδα και νοικιάστηκε με 100 δραχμές σπίτι στα Βασιλικά για παραμονή τους 10 ημερών (Απόδειξη 24/6/1936). Για έξοδα περιποιήσεως του ζεύγους (κοτόπουλα, αυγά, φρούτα, λάδι κλπ.) κόπηκαν δύο αποδείξεις των 1.000 και 1.459 δραχμών. Ιδιοκτήτης ήταν και οι δαπάνες γι' αυτόν έπρεπε να είναι ανάλογες, βέβαια. Αλλά και για τους επισκέπτες μηχανικούς και τους μη ντόπιους εργάτες νοικιάζονταν σπίτια στα Βασιλικά με 150 δραχμές το μήνα. Ο Αποστολίδης γνωρίζει πολύ καλά να διοικεί και παρακολουθεί στενά κάθε ενέργεια και κάθε παρουσιαζόμενο πρόβλημα. Συχνότατα είναι απαιτητικότατος και πιεστικότατος εννοώντας να εκτελούνται οι αποφάσεις και διαταγές του που είναι μέσα στους κανόνες της επιχειρηματικότητας και της λεγόμενης «πιάτσας», την οποία γνωρίζει στην εντέλεια. Με τηλεγράφημά του (2/1/1940) εντέλλεται στο διευθυντή του Ν. Λάμπρο «απαιτώ τουλάχιστον 50 τόνους ημερησίως και μεταφορά 40 τόνων». Σε επιστολή του της ίδιας ημερομηνίας είναι σαφέστερος και απειλητικός. «Πάση θυσία να αυξήσετε την παραγωγήν τουλάχιστον εις 1.200 τόνους και να καθαρίζετε και μεταφέρετε 1.500 τόνους κατ' ελάχιστον όριον»(5). Θέλει να καλύψει την έντονη ζήτηση του προϊόντος στην αγορά και επισείει ακόμα και την αντικατάσταση του διευθυντή, αν αδυνατεί να ανταποκριθεί στα καθήκοντά του. Ήδη το μεταλλείο του έχει βραβευθεί με χρυσό μετάλλιο στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης του 1938. Το μετάλλιο βρισκόταν στα Γραφεία της Κοινότητας Βασιλικών. Κατά κανένα λοιπόν τρόπο δεν θέλει να χάσει τη θέση που έχει κερδίσει η επιχείρησή του και φυσικά τα κέρδη που του αποφέρει. Από τις καταστάσεις ημερομισθίων του Αυγούστου 1938 φαίνεται το εργατικό δυναμικό και οι στοές στις οποίες αυτό εργαζόταν. Παράλληλα, βέβαια, υπήρχαν εργάτες και στα άλλα συνεργεία, σιδηρουργοί, μαραγκοί, κτίστες κλπ. Οι εργασίες γίνονταν σε τρεις βάρδιες ως εξής
|
Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011
ΜΕΤΑΛΛΕΙΑ ΛΕΥΚΟΛΙΘΟΥ ΣΤΑ ΒΑΣΙΛΙΚΑ ΛΕΣΒΟΥ
Αναρτήθηκε από
ichnilatis
στις
6:24 μ.μ.
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου
BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Τα μνημεία φέρνουν μια μελαγχολία.
ΑπάντησηΔιαγραφήπως γηνεται να ξαναλειτουργησουν.
ΑπάντησηΔιαγραφή